ΑΝΤΙΗΛΙΑΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ
Ένα από τα πλέον σημαντικά βήματα στην καθημερινή περιποίηση της επιδερμίδας μας είναι η εφαρμογή ενός προϊόντος με αντιηλιακό δείκτη προστασίας κάθε πρωί. Επιβάλλεται δε ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια των μηνών με έντονη ηλιοφάνεια, Απρίλιο με Σεπτέμβριο.
ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ
Επιλέγουμε προϊόντα με ευρέως φάσματος αντιηλιακά φίλτρα, ώστε να παρέχουν προστασία τόσο από τις UVB όσο και από τις UVA ακτινοβολίες. Οι πρώτες προκαλούν τα άμεσα ορατά εγκαύματα και την ερυθρότητα στην επιδερμίδα. Οι δεύτερες είναι υπεύθυνες για το φαινόμενο της φωτογήρανσης που περιλαμβάνει την εμφάνιση συν τω χρόνω των ρυτίδων, της χαλάρωσης και των δυσχρωμιών.
ΑΝΤΙΗΛΙΑΚΟΙ ΔΕΙΚΤΕΣ ΚΑΙ ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΟΥΝ
Ο αντιηλιακός δείκτης προστασίας SPF υπολογίζεται από το χρόνο που απαιτείται για τη δημιουργία ερυθήματος (κοκκίνισμα/έγκαυμα) σε επιδερμίδα με αντιηλιακό προϊόν ως προς τον αντίστοιχο χρόνο χωρίς αντιηλιακό προϊόν. Αν μια απροστάτευτη επιδερμίδα κοκκινίζει μετά από πέντε λεπτά έκθεσης σε ηλιοφάνεια, ένα αντιηλιακό προϊόν με SPF50 θα παρατείνει τον αντίστοιχο χρόνο στα 250 λεπτά (περίπου 4 ώρες). Το αποτέλεσμα αυτό ωστόσο είναι πλασματικό, καθώς, ακόμα και αν έχει εφαρμοσθεί το αντιηλιακό στη σωστή ποσότητα και με το σωστό τρόπο, απομακρύνεται αθέλητα με την εφίδρωση και το σκούπισμα. Επιπλέον, σε μεγάλο βαθμό εξαρτάται από την εποχή, το υψόμετρο, το γεωγραφικό πλάτος (τοποθεσία πάνω στη γη), ακόμα και την ώρα της ημέρας. Είναι σημαντικό εδώ να αναφέρουμε πως η προστασία που προσφέρουν τα αντιηλιακά φίλτρα δεν είναι ευθέως ανάλογη των αριθμών SPF. Για παράδειγμα ο δείκτης SPF15 αντιστοιχεί σε 93% προστασία από την υπεριώδη ακτινοβολία, ενώ ο δείκτης SPF30 σε 97% και ο δείκτης SPF50 σε 98%. Επομένως, και με σύσταση της Αμερικανικής Ένωσης Δερματολόγων ο προτιμώμενος δείκτης είναι ο SPF30: Αποτελεσματική προστασία χωρίς υπερβολική συσσώρευση αντιηλιακών φίλτρων, που θα μπορούσε να εγείρει ερωτήματα ως προς την ασφάλεια στην επανειλημμένη χρήση τους. Ο δείκτης SPF50 συνιστάται σε εκτεταμένη έκθεση στον ήλιο όπως κατά τη διάρκεια των διακοπών σε βουνό ή θάλασσα και σε υπαίθριες δραστηριότητες, όπου απαιτείται μεγάλη παραμονή σε εξωτερικούς χώρους (αγρότες, αθλητές κλπ) όπως και σε ανθρώπους που λόγω λήψης φαρμάκων ή ορμονικών αλλαγών (εγκυμοσύνη, εμμηνόπαυση) είναι περισσότερο εκτεθειμένοι στη βλαβερή επίδραση της υπεριώδους ακτινοβολίας.
Υπάρχει και ο δείκτης προστασίας από τη UVA ακτινοβολία, ο δείκτης PPD (Persistent Pigment Darkening). Πρόκειται για την εκτίμηση του χρόνου που απαιτείται για την απόκτηση “μαυρίσματος”. Αν για παράδειγμα χρησιμοποιήσουμε ένα αντιηλιακό με δείκτη PPD10, θα χρειαστεί δεκαπλάσιος χρόνος για να μαυρίσει το δέρμα μας. Σύμφωνα με τις συστάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης η αναλογία του παραπάνω δείκτη ως προς τον δείκτη SPF πρέπει να είναι τουλάχιστον 1:3. Όσο μεγαλύτερη η αναλογία, τόσο καλύτερη προστασία παρέχεται από τη UVA ακτινοβολία. Αν και ο δείκτης PPD είναι στην Ευρώπη μια δημοφιλής μέθοδος εκτίμησης της προστασίας από τη UVA ακτινοβολία, δεν είναι ο μοναδικός. Ένας άλλος δείκτης που βλέπουμε αναγραφόμενο στα καλλυντικά είναι ο PA (Protection A). Ένας δείκτης PA+ προσφέρει μέτρια προστασία. Αντίθετα ένας δείκτης PA+++ προσφέρει υψηλή.
ΑΝΤΙΗΛΙΑΚΑ ΦΙΛΤΡΑ
Υπάρχουν δύο μεγάλες κατηγορίες αντιηλιακών φίλτρων.
Η πρώτη περιλαμβάνει τα ανόργανα ή φυσικά φίλτρα προστασίας. Ονομάζονται ανόργανα γιατί υπόκεινται στις αρχές της ανόργανης χημείας.
Τα δημοφιλέστερα είναι το Οξείδιο του Ψευδαργύρου (Zinc Oxide) και το Οξείδιο του Τιτανίου (Titanium Oxide). Δημιουργούν μία ασπίδα προστασίας πάνω στην επιδερμίδα, η οποία αντανακλά την ακτινοβολία του ήλιου. Είναι η προτιμώμενη επιλογή για τα βρεφικά αντιηλιακά, καθώς θεωρούνται ασφαλέστερα και με αποδεδειγμένη αποτελεσματικότητα. Ωστόσο είναι δυσκολότερο να εφαρμοστούν λόγω της παχύρρευστης υφής τους και της χαρακτηριστικής ασπρίλας που αφήνουν στην επάλειψη, χαρακτηριστικά ιδιαίτερα ανεπιθύμητα στους ενήλικες χρήστες. Επιπλέον τα αντιηλιακά αυτά παρέχουν παραδοσιακά μικρότερο δείκτη SPF (SPF 25-30). Μεγαλύτερη ποσότητα φίλτρων για αντίστοιχα υψηλότερο SPF θα οδηγούσε στη δημιουργία προϊόντος που θα ήταν πρακτικά αδύνατο να εφαρμοσθεί. Τα τελευταία χρόνια ωστόσο και προκειμένου να αποφευχθούν αυτά τα αισθητικά μειονεκτήματα, οι παραπάνω ουσίες χρησιμοποιούνται σε μορφή νανοσωματιδίων. Υπάρχουν φόβοι πως απορροφώνται από τον οργανισμό αλλά μέχρι τώρα, και παρά τις εκτεταμένες κλινικές μελέτες κάτι τέτοιο δεν έχει αποδειχθεί.
Η δεύτερη περιλαμβάνει τα οργανικά ή χημικά φίλτρα προστασίας. Ονομάζονται οργανικά, γιατί υπόκεινται στις αρχές της οργανικής χημείας.
Προστατεύουν την επιδερμίδα, απορροφώντας την ηλιακή ακτινοβολία.
Η χρήση τους οδηγεί στη παραγωγή προϊόντων που απλώνονται εύκολα στην επιδερμίδα, απορροφώνται ταχύτατα και δεν αφήνουν λευκά κατάλοιπα.
Τα σύγχρονα αντιηλιακά χρησιμοποιούν συνδυασμούς αντιηλιακών φίλτρων ώστε να παρέχεται επαρκής προστασία από την ηλιακή ακτινοβολία σε όλα τα μήκη κύματος που αυτή εκπέμπεται. Με αυτόν τον τρόπο επίσης επιτυγχάνεται πολύ καλύτερο αισθητικό αποτέλεσμα και ευκολότερη συμμόρφωση του ατόμου ως προς την καθημερινή τους χρήση. Η συνεργιστική δράση των αντιηλιακών φίλτρων δίνει επιπλέον τη δυνατότητα στους παρασκευαστές να χρησιμοποιούν μικρότερες ποσότητες από το καθένα ξεχωριστά για να αποδώσουν στο προϊόν τους μεγαλύτερους δείκτες προστασίας. Αυτό βοηθάει ώστε να εξαλειφθεί ο κίνδυνος της υπερέκθεσης του οργανισμού μας στις αντίστοιχες χημικές ουσίες εν χρήση.
ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΣΤΑ ΑΝΤΙΗΛΙΑΚΑ
Οι νέες γενιές αντιηλιακών προστατεύουν και από την υπέρυθρη ακτινοβολία. Για την υπέρυθρη ακτινοβολία IR δεν είναι υπεύθυνος μόνο ο ήλιος αλλά και οι συσκευές που χρησιμοποιούμε καθημερινά (υπολογιστές, κινητά, laptop, οικιακές συσκευές όπως σεσουάρ), οι οποίες εκπέμπουν θερμότητα. Δεν έχει ακόμα αποδειχθεί κατά πόσο όντως βλάπτει την επιδερμίδα, αν και έχει συνδεθεί με το φαινόμενο του οξειδωτικού stress, τη δημιουργία ελευθέρων ριζών που ευθύνονται για την πρόωρη γήρανση της. Ένα αποτελεσματικό πάντως αντιηλιακό δεν είναι απαραίτητο να προσφέρει προστασία και από την υπέρυθρη ακτινοβολία.
Είναι σημαντικό όμως το αντιηλιακό μας προϊόν να προσφέρει αντοχή στην υγρασία, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών μηνών, όπου λόγω εφίδρωσης και κολύμβησης εύκολα απομακρύνεται από την επιδερμίδα μας, αφήνοντας την ακάλυπτη. Τα “water resistant” αντιηλιακά δημιουργούν ένα υδρόφοβο προστατευτικό φιλμ επάνω στην επιδερμίδα που απωθεί το νερό. Η ασπίδα αυτή λειτουργεί για μερικές ώρες και μόνο, οπότε καθίσταται αναγκαία η επανάληψη στην εφαρμογή του πρϊόντος ανά τακτά χρονικά διαστήματα.
Σημαντική προσθήκη των τελευταίων χρόνων στα αντιηλιακά προϊόντα είναι τα αντιοξειδωτικά συστατικά. Αυτά όχι μόνο ενισχύουν την αποτελεσματικότητα των αντιηλιακών και εξασφαλίζουν τη σταθερότητα των φίλτρων τους, αλλά καλύπτουν ως ένα βαθμό και τα προβλήματα που προκύπτουν από τη μη ορθή χρήση τους (όχι επαρκής ποσότητα στην επάλειψη, απουσία επαναληπτικών εφαρμογών). Αποτελούν την άμυνα της επιδερμίδας, καθώς κυριολεκτικά αντιστρέφουν τη βλαβερή επίδραση της ακτινοβολίας (υπεριώδη, υπέρυθρη, blue light) με την εξουδετέρωση των ελευθέρων ριζών που προκαλεί. Τα πλέον χρησιμοποιούμενα και αποδεδειγμένα ως προς τη δράση τους αντιοξειδωτικά συστατικά παραμένουν οι κλασικές βιταμίνες E και C.
ΑΝΗΣΥΧΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΑΝΤΙΗΛΙΑΚΩΝ
Μια σημαντική ανησυχία που συχνά ακούμε να εκφράζεται στο φαρμακείο μας είναι πώς μπορούμε να αφήσουμε το δέρμα μας να συνθέσει βιταμίνη D, όταν συνεχώς το προστατεύουμε από τον ήλιο με τη χρήση αντιηλιακών. Ίσως ξαφνιάσει πολλούς, αλλά αν αφήσουμε τον ήλιο να μας “χαιδέψει” καθημερινά το γυμνό δέρμα για 8-10 λεπτά (πρόσωπο, λαιμό και χέρια), αποφεύγοντας τις μεσημεριανές ώρες, ο οργανισμός μας είναι ικανός να παράγει την ποσότητα βιταμίνης D που χρειάζεται για την εύρυθμη λειτουργία του. Για όλη την υπόλοιπη ημέρα ένα κατάλληλο αντιηλιακό θα διασφαλίσει την υγεία και ομορφιά της επιδερμίδας μας.
Πολλοί επίσης εκφράζουν τους φόβους ως προς την ασφάλεια των αντιηλιακών προϊόντων. Μπορούμε να τα χρησιμοποιούμε καθημερινά; Τι επιπτώσεις μπορεί να έχει αυτό για τη μελλοντική υγεία μας; Μέχρι τώρα έχει αποδειχθεί πως τα φυσικά αντιηλιακά φίλτρα δεν απορροφώνται από τον οργανισμό και έχουν εγκριθεί ως προς τη χρήση τους ιδιαίτερα στα βρεφικά και παιδικά αντιηλιακά προϊόντα. Ωστόσο δεν ισχύει και το ίδιο για τα χημικά αντιηλιακά φίλτρα. Μελέτες αποδεικνύουν πως όντως απορροφώνται από την επιδερμίδα και ποσότητες τους καταλήγουν στη συστηματική κυκλοφορία του οργανισμού. Το τι σημαίνει ωστόσο αυτό, πρακτικά μένει να αποδειχθεί. Δεν έχει δηλαδή συσχετισθεί το παραπάνω γεγονός με κάποια κλινικά σημαντική συνέπεια για τον άνθρωπο. Η πλέον κατηγορούμενη ουσία είναι η οξυβενζόνη (ozybenzone) που καλό θα ήταν να αποφεύγεται. Επιπλέον η συγκεκριμένη αποδεικνύεται τοξική και για το θαλάσσιο περιβάλλον. Από την άλλη, ακόμα και τα ανόργανα αντιηλιακά φίλτρα έχουνε συσχετισθεί με τοξικότητα για τους κοραλλιογενείς υφάλους και την υδρόβια ζωή. Μέχρι τελικά οι επιστήμονες να ξεκαθαρίσουν το τοπίο και να δώσουνε σαφείς συστάσεις, είναι προτιμότερο και για την ασφάλεια όλων, να επιλέγονται αντιηλιακά με συνδυασμούς αντιηλιακών φίλτρων και οι καταναλωτές να επιδιώκουν τις συχνές εναλλαγές εταιρειών, ώστε να λαμβάνονται τα οφέλη από διαφορετικές συνθέσεις, χωρίς τον κίνδυνο υπερβολικής συσσώρευσης κάποιας ή κάποιων χημικών ουσιών.
----
Γράφει η Φαρμακοποιός Ηλιοπούλου Ελένη, www.pharmatopia.gr
Pharmatopia, Ιθάκης 47Β, Νέα Πολιτεία - Εύοσμος
T: 231 058 8060